- ταρίφα
- (Tarifa). Πόλη και λιμάνι της Ισπανίας στην επαρχία Κάδιξ, στον πορθμό του Γιβραλτάρ. Η πόλη (15.000 κάτ.) έχει μαυριτανικό φρούριο, αμφιθέατρο ταυρομαχιών, ιχθυοτροφεία και βιομηχανία διατηρημένων ψαριών. Κοντά στις ακτές της βρίσκεται το ομώνυμο νησί, που στα τελευταία χρόνια ενώθηκε με προσχώσεις με την ξηρά. Το λιμάνι αυτό είναι το πρώτο που κατέλαβαν οι Άραβες όταν αποβιβάστηκαν στην Ισπανία (711). Διώχτηκαν από εκεί το 1291 από τον βασιλιά της Ισπανίας Σάντσο Δ’. Η πόλη, στα αρχαία χρόνια, ονομαζόταν Βαρβήσολα.
* * *η, Ν1. τιμολόγιο, διατίμηση2. δασμολόγιο3. φρ. «απλή [ή διπλή] ταρίφα»(για ταξίμετρα) τιμολόγια διαδρομής τών ταξί ανάλογα με τον τόπο προορισμού τών επιβατών και την ώρα μεταφοράς τους («τη νύχτα στα ταξί ισχύει διπλή ταρίφα»).[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. tariffa < αραβ. tărāf «δημοσίευση»].
Dictionary of Greek. 2013.